Η τηλεργασία, ως σύστημα οργάνωσης της εργασίας, είναι ευρέως διαδεδομένη στο εξωτερικό και μάλιστα σ’ ένα ευρύ κύκλο επαγγελματικών δραστηριοτήτων, στα διευθυντικά στελέχη, στους αναλυτές, στους μεταφραστές, αλλά και στις νεότερες μορφές απασχόλησης που εισήγαγε η λεγόμενη «gig economy».
Στη χώρα μας, αντίθετα, αφενός η έλλειψη των κατάλληλων υποδομών (κυρίως  στις τηλεπικοινωνίες), αφετέρου η επιφυλακτικότητα των επιχειρήσεων, που γεννά η υποτιθέμενη αναποτελεσματικότητα της απομακρυσμένης και χωρίς φυσικό έλεγχο εργασίας, κατέστησαν όχι μόνον αποσπασματική, αλλά και θεσμικά ατελή την εφαρμογή του συγκεκριμένου συστήματος.

Στο ίδιο πλαίσιο, ο «οικειοθελής» χαρακτήρας που έχει για τους ενδιαφερόμενους η εν λόγω μορφή απασχόλησης, κατά τους όρους της, από 16.7.2002 Ευρωπαϊκής Συμφωνίας – Πλαισίου, για την τηλεργασία και η απροθυμία των κοινωνικών εταίρων να επιλύσουν πρακτικά ζητήματα που γεννά η εφαρμογή του, δεν ενθάρρυνε τελικά την υιοθέτησή του, παρά τα σοβαρά πλεονεκτήματα που το συνοδεύουν, όπως :

  • για την εργοδοτική πλευρά: μείωση λειτουργικού κόστους, αύξηση της παραγωγικότητας των εργαζομένων λόγω της απερίσπαστης εργασίας και της αποφυγής χρονοβόρων μετακινήσεων κ.ά.
  • για τους εργαζόμενους: εξοικονόμηση χρόνου και χρήματος για τις μετακινήσεις, καλύτερη και αποδοτικότερη διαχείριση χρόνου για τις οικογενειακές και τις επαγγελματικές υποχρεώσεις κ.ά.

Η επιδημική κρίση, με την οποία ήρθε αντιμέτωπη η χώρα μας  τον τελευταίο χρόνο, όπως άλλωστε και όλος ο πλανήτης, έχει αλλάξει τα δεδομένα. Τα υγειονομικά μέτρα που έχουν υιοθετηθεί, έδωσαν το δικαίωμα στις επιχειρήσεις να εφαρμόσουν με δική τους απόφαση και χωρίς τη συμφωνία των εργαζομένων, σύστημα «εξ αποστάσεως» εργασίας (άρθρο 4 παρ. 2 της ΠΝΠ 11.3.2020).

Επίσης, επέβαλαν, έστω και σε ορισμένες δραστηριότητες συγκεκριμένων Περιφερειών, ακόμη και την υποχρεωτική εφαρμογή του εν λόγω συστήματος, με σκοπό τον περιορισμό των μετακινήσεων, αλλά και την αποφυγή του συγχρωτισμού της χώρους εργασίας (άρθρο 235 του Ν. 4727/2020 : «Έκτακτα προσωρινά μέτρα για την Περιφέρεια Αττικής, ως προς την οργάνωση του τόπου και του χρόνου εργασίας για την αποσυμφόρηση των μέσων μαζικής μεταφοράς και του τόπου εργασίας»).

Η αρχή έγινε. Κι ενώ, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, πριν από την κρίση του COVID-19, το ποσοστό των εξ αποστάσεως εργαζόμενων στη χώρα, μετά βίας υπερέβαινε το 1 % (1,14%) σε σύνολο 4,5 εκατ. ενεργού εργασιακά πληθυσμού, τόσο οι ελληνικές επιχειρήσεις όσο και οι Έλληνες εργαζόμενοι φαίνεται να έχουν προσαρμοστεί στη νέα πραγματικότητα, ξεπερνώντας τις όποιες αρχικές επιφυλάξεις τους.

Έτσι, μέσα από την αναγκαιότητα που γέννησε η προστασία της υγείας, έχουμε ήδη φθάσει στην επόμενη ημέρα. Το σύστημα της τηλεργασίας είναι βέβαιο ότι θα συνεχίσει να εφαρμόζεται, καθώς έχει αποδείξει ότι μπορεί να συμβάλει πολλαπλά στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας και της απασχόλησης. Αν η χώρα θέλει να εκμεταλλευθεί την ευκαιρία και να προωθήσει τον εκσυγχρονισμό της οργάνωσης της εργασίας, ώστε και τις επιχειρήσεις να ενισχύσει, αλλά και να βελτιώσει την ποιότητα των θέσεων εργασίας, είναι η ώρα να κάνει το επόμενο βήμα.

Το ισχύον πλαίσιο (άρθρο 5 του Ν.3846/2010) υπήρξε μια σημαντική νομοθετική πρωτοβουλία για την οριοθέτηση των εκατέρωθεν (εργοδότη και εργαζόμενου) δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Ωστόσο, η ανάγκη της περαιτέρω εξειδίκευσης των αρχών που αποτυπώνονται στην από 16.7.2002 Ευρωπαϊκή Συμφωνία – Πλαίσιο, είναι περισσότερο επιτακτική, τόσο ως προς το σκέλος της προστασίας των δεδομένων που χρησιμοποιούνται και γίνονται αντικείμενο επεξεργασίας από τον τηλεργαζόμενο, όσο και ως προς τον τομέα της προστασίας των εργασιακών δικαιωμάτων και της ιδιωτικής του ζωής.