Το πλαίσιο διευθέτησης του χρόνου εργασίας (και) υπό τον Ν.4808/2021

Οι νέες τεχνολογίες που αναπτύσσονται ραγδαία και μεταβάλλουν διαρκώς τον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας των επιχειρήσεων, καθώς και η πρόθεση περιορισμού του κόστους εργασίας που συνεπάγεται η αμοιβή της υπεραπασχόλησης, επέβαλαν σταδιακά τη θέσπιση κανόνων που επιτρέπουν, μέσω εξατομικευμένων ρυθμίσεων και ανάλογα με τις εκάστοτε παραγωγικές ανάγκες, την «ελαστικότητα» του χρόνου εργασίας.

Οι κανόνες αυτοί, στοχεύοντας κατά τη δογματική τεκμηρίωσή τους στην προσαρμογή των επιχειρήσεων στις νέες συνθήκες ανταγωνισμού, αλλά και στη διασφάλιση ενός υψηλού επιπέδου απασχόλησης, εντάσσονται στο λεγόμενο «δίκαιο της ευελιξίας», εισάγοντας ουσιαστικές παρεκκλίσεις από τους παραδοσιακούς περιορισμούς του εργατικού δικαίου.

Έτσι, ενώ κατά κανόνα, μέσα στο πλαίσιο οριοθέτησης του νομίμου ωραρίου εργασίας, δεν επιτρέπεται ο συμψηφισμός των επιπλέον ωρών εργασίας μίας εβδομάδας, ενός μηνός, ή ενός έτους με τις τυχόν λιγότερες ώρες απασχολήσεως μίας άλλης εβδομάδας, μηνός ή έτους αντίστοιχα, ήδη με το άρθρο 41 του Ν.1892/1990 θεσπίστηκε για πρώτη φορά στη χώρα μας η δυνατότητα εφαρμογής ενός συστήματος «διευθέτησης» (αυξομείωσης) του ημερήσιου και εβδομαδιαίου ωραρίου εργασίας. Ακολούθησαν διαδοχικά οι ρυθμίσεις των 3 του Ν.2639/1998, 5 του Ν.2874/2000, 2 του Ν.3385/2005, 7 του Ν.3846/2010, 42 του Ν.3986/2011 και τέλος, η πρόσφατη ρύθμιση του άρθρου 55 παρ. 2 του Ν.4808/2021.

Σύμφωνα με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο λοιπόν, προβλέπονται τρεις (3) μορφές – δυνατότητες διευθέτησης του χρόνου εργασίας του προσωπικού μιας επιχείρησης και συγκεκριμένα : α) η διευθέτηση σε εξάμηνη βάση (άρθρο 41 παρ. 1α Ν.1892/1990), β) η διευθέτηση σε ετήσια βάση (άρθρο 41 παρ. 2α Ν.3986/2011) και γ) η διευθέτηση σε εβδομαδιαία βάση (άρθρο 55 παρ. 2 Ν.4808/2021).

Με βάση το πρώτο από τα ανωτέρω συστήματα (της εξάμηνης διευθέτησης), προβλέπεται για ένα χρονικό διάστημα («αυξημένης απασχόλησης») η δυνατότητα απασχολήσεως ενός μισθωτού πέραν του συμβατικού εβδομαδιαίου ωραρίου του και μέχρι δύο (2) ώρες την ημέρα πέραν των οκτώ (συνολικά δηλ. έως 10 ώρες), ενώ στη συνέχεια, για ένα άλλο χρονικό διάστημα («μειωμένης απασχόλησης») η εργασία του μισθωτού θα πρέπει να μειωθεί αντίστοιχα είτε με λιγότερες ώρες εργασίας από το συμβατικό ωράριο είτε με τη χορήγηση περισσότερων ημερών ανάπαυσης είτε με συνδυασμό μειωμένης απασχόλησης και χορήγησης ημερών ανάπαυσης. Σε κάθε περίπτωση, οι παραπάνω χρονικές περίοδοι («αυξημένης» και «μειωμένης» απασχόλησης) δεν επιτρέπεται να υπερβούν τους έξι (6) μήνες σε μία περίοδο ενός (1) έτους.

Regulation of working time

Είναι σημαντικό να αναφερθεί, ότι ο νόμος δεν περιορίζει το δικαίωμα να καθορίζεται ελεύθερα η χρονική έκταση των παραπάνω περιόδων, ωστόσο, ο μέσος όρος των ωρών της εβδομαδιαίας απασχόλησης του εξαμήνου θα πρέπει να διατηρείται οπωσδήποτε εντός του πλαισίου που ορίζει η ίδια ρύθμιση : 40 ώρες ή ολιγότερες, αν εφαρμόζεται συμβατικό ωράριο μικρότερο των 40 ωρών, με ανώτατο όριο τις 48 ώρες, συμπεριλαμβανομένων των ωρών της υπερεργασίας και της υπερωρίας που τυχόν πραγματοποιηθούν, κατά τις περιόδους της μειωμένης απασχόλησης.

Το δεύτερο σύστημα (της ετήσιας διευθέτησης) προβλέπει τη δυνατότητα της κατανομής μέχρι 256 ωρών από το συνολικό χρόνο απασχόλησης του μισθωτού σε ένα ημερολογιακό έτος και της προσαύξησης με τον ίδιο αριθμό ωρών του ημερήσιου και εβδομαδιαίου χρόνου απασχόλησης μιας περιόδου του ίδιου ημερολογιακού έτους, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τις 32 εβδομάδες (περίοδος «αυξημένης απασχόλησης»). Αντιστοίχως, για ένα άλλο διάστημα του ίδιου ημερολογιακού έτους, το οποίο μπορεί να ισούται και με το υπόλοιπο διάστημα του έτους, ο μισθωτός θα πρέπει να απασχολείται λιγότερες ώρες από το συμβατικό εβδομαδιαίο ωράριό του ή να λαμβάνει περισσότερες ημέρες ανάπαυσης ή ανάλογη προσαύξηση των ημερών της αδείας του ή μπορεί να συνδυάζεται η μειωμένη απασχόληση και η χορήγηση επιπλέον ημερών ανάπαυσης ή ημερών αδείας αναψυχής.

Θα πρέπει να επισημανθεί ότι και στο ανωτέρω σύστημα διευθέτησης ο μέσος όρος των ωρών της εβδομαδιαίας απασχόλησης θα πρέπει να διατηρείται εντός του πλαισίου που προβλέπει η ίδια διάταξη (βλ. ανωτέρω), ενώ, κατά την περίοδο της αυξημένης απασχόλησης, η ημερήσια εργασία του μισθωτού δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τις 10 ώρες.

Το τρίτο και τελευταίο σύστημα (της εβδομαδιαίας διευθέτησης), το οποίο θεσπίστηκε με τον πρόσφατο Νόμο 4808/2021 παρέχει τη δυνατότητα στην επιχείρηση, να απασχολεί τον εργαζόμενο επί 10 ώρες ημερησίως σε τετραήμερη εβδομαδιαία βάση, συμψηφίζοντας τις δύο (2) ώρες που απασχολείται, κατά τις τέσσερις (4) ημέρες της εβδομάδας, πλέον του συμβατικού ωραρίου εργασίας του, με μία (1) ημέρα ανάπαυσης, την οποία υποχρεούται να χορηγήσει ο εργοδότης, κατά την πέμπτη ημέρα της εβδομάδας.

Εν κατακλείδι, είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι και τα τρία από τα ανωτέρω συστήματα διευθέτησης του χρόνου εργασίας μπορούν να τεθούν σε εφαρμογή είτε με επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας είτε με ειδική συμφωνία του εργοδότη με τους εκπροσώπους των εργαζομένων, είτε ακόμη και με ατομική συμφωνία, η οποία καταρτίζεται ύστερα από αίτημα του εργαζομένου, όπως συμπλήρωσε τη διάταξη του άρθρου 42 παρ. 6 του Ν.1892/1990 το άρθρο 59 παρ. 1 του Ν.4808/2021, προβλέποντας μάλιστα, προς περιορισμό τυχόν πρόθεσης καταστρατήγησης της τελευταίας αυτής ρύθμισης, την απαγόρευση της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας για το λόγο ότι ο εργαζόμενος αρνήθηκε να υποβάλει αίτημα για διευθέτηση του χρόνου εργασίας του.